Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

Τρίτη 15/3 του Χρήστου Τανταλάκη


Πάνω σ’ένα γράμμα της αλφαβήτου. Εκεί συναντηθήκαμε. Εγώ πήγα νωρίτερα. Εκείνη άργησε. Λιγάκι. Ήταν καθαρή, καλοχτενισμένη, ραφιναρισμένη από επιδέξια αντρικά χέρια. Καμία σχέση με το άγριο αναμαλλιασμένο κορίτσι που είχα ξαναδεί ένα μεσημέρι πριν ένα χρόνο.
- Πώς σε λένε; 
Δεν απάντησε. 
Με κάλεσε μέσα…της. Κούρνιασα σε μια γωνιά με βλέμμα αδηφάγο, όλο λαχτάρα να την δω, να τη (ανα)γνωρίσω, να ακούσω κάθε ψίθυρο, κάθε ουρλιαχτό, κάθε τραγούδι της. Με την ήσυχη αγωνία μην αμαυρώσω το μπλε πλακάκι της με την αντρική μου ανάσα. 
Κι εκείνη άρχισε έναν αυνανιστικό εκμαυλιστικό χορό αλλάζοντας σε κάθε της κίνηση, πότε πατώντας στα από τον άντρα εκπαιδευμένα δάχτυλα των ποδιών της και πότε κοιτώντας με με τα βουρκωμένα μάτια της μαγδαλένας που ψαχνουν «μπαμπά». Κι ύστερα πάλι να τρίβει την ανγκουστιανή καρδιά της στο πόδι του ηρα-ίου μπουντουάρ-τραπεζιού-κρεββατιού-φέρετρου. Εγκλωβισμένη από έναν μαρτίριο φόβο (που σου τρώει τα σωθικά) σε 1799 σπιρτόκουτα. Όχι αμέλια. 1798. Τα μέτρησαν τα δάχτυλα της μπροστά μου. Ή μήπως ήταν ένα σπιρτόκουτο;, μ’ένα μονάχο σπίρτο γεμάτο καυτό γαλλικό αίμα αντέλ (όχι πια ισπανικό αίμα που είχε πριν ένα χρόνο), έτοιμο να αναφλεγεί με μια μόνο λέξη της αλεξανδρας Κ*. Έτοιμο να σταθεί κάτω από τον ελιζα-βετιανό προβολέα και να βάλει φωτιά στα δαντ-ηλένια νεγκλιζέ της. 
Κι όταν τελείωσε, κάθισε στον καθρέφ(τ)η, έβγαλε τα χτενισμένα μυαλά της και ανέπνευσε… 
«Πώς σελένε». Σκέφτηκα ξανά την ερώτηση.. έφη, αλεξάνδρα, θάνο, ήρα, ηλένια, ελίζα, κωνσταντίνο, γιώργο, θεανώ, τσαμπίκα, βάσια,λίζα, βίκυ, χρήστο, μπερνάντα, άλμπα;… Δεν μου είπε. Μου έδειξε… Έφυγα με τη μορφή της κολλημένη πίσω απ’τα μάτια και τ’αυτιά μου. Που δεν πρόκειται να φύγει jamais des jamais! Όπως δε θα φύγει κι εκείνη από το μπλε πλακάκι. 
Ω, ναι! Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα η βραδιά μου “στης Αλμπά”!

ΥΓ. Ναι, δεν είμαι αντικειμενικός. Δεν μπορείς να είσαι αντικειμενικός όταν παινεύεις μια γυναίκα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου